θερμοδυναμική κλίμακα θερμοκρασιών
- θερμοδυναμική κλίμακα θερμοκρασιών
- Θερμοκρασία η οποία προκύπτει εάν χρησιμοποιήσουμε ως θερμομετρικό σώμα το ιδανικό αέριο. Πρακτικά, αρκεί ένα αέριο σε χαμηλή πίεση και θερμοκρασία πολύ υψηλότερη από το σημείο υγροποίησής του. Η βαθμονόμηση ενός τέτοιου θερμομέτρου αερίου γίνεται με τη χρήση ως σημείου αναφοράς του τριπλού σημείου του νερού. Το σημείο αυτό προκύπτει από έναν συνδυασμό πίεσης και θερμοκρασίας, στον οποίο νερό, πάγος και υδρατμοί βρίσκονται σε ισορροπία. Στην κλίμακα λοιπόν αυτή ορίζουμε το τριπλό σημείο του νερού να έχει θερμοκρασία 273,16 βαθμούς Κέλβιν (μονάδα της κλίμακας) και πίεση P0. Τότε, η θερμοκρασία που θα μετράμε, υπό πίεση P και κρατώντας σταθερό τον όγκο, θα δίνεται από τη σχέση: T = 273,16 P/P0.H κλίμακα θερμοκρασιών που ορίζεται από τα παραπάνω καλείται θερμοδυναμική και μονάδα της στο SI, όπως αναφέρθηκε, είναι το 1 Κέλβιν που ισούται με το 1/273,16 της θερμοκρασίας του τριπλού σημείου του νερού. Η κλίμακα αυτή εξαρτάται από τις ιδιότητες, αλλά όχι από το είδος του αερίου που χρησιμοποιούμε.
Dictionary of Greek.
2013.
Look at other dictionaries:
θερμοδυναμική — Κλάδος της φυσικής που μελετά από μακροσκοπική άποψη, χωρίς δηλαδή να ενδιαφέρει η δράση των εσωτερικών μηχανισμών, τα φαινόμενα που χαρακτηρίζονται βασικά από τις μετατροπές της θερμότητας σε έργο και αντίστροφα. Γενικότερα, η θ. ασχολείται με… … Dictionary of Greek
θερμόμετρο — Κάθε όργανο κατάλληλο για τη μέτρηση της θερμοκρασίας. Τα περισσότερα θ. βασίζονται στη διαστολή των σωμάτων με την αύξηση της θερμοκρασίας. Τα σύγχρονα θ. βασίζονται όλο και περισσότερο στη μεταβολή της ηλεκτρικής αγωγιμότητας ειδικών ημιαγωγών… … Dictionary of Greek
αέριο — Σώμα σε κατάσταση τέτοια που δεν χαρακτηρίζεται ούτε από το σχήμα ούτε από τον όγκο του και αυτό οφείλεται στη σχεδόν πλήρη ελευθερία κίνησης των συστατικών σωματιδίων του και των σχετικά μεγάλων αποστάσεων μεταξύ τους. Η ύπαρξη χώρου μεταξύ των… … Dictionary of Greek
ενέργεια — Ο ορισμός της ε. είναι καρπός μακράς μελέτης και προσπαθειών, οι οποίες εξέτειναν και διεύρυναν την έννοιά της, ώστε να περιλάβει και να πλαισιώσει πλήθος φαινομένων. Σε μια πρώτη προσέγγιση, η ε. μπορεί να οριστεί ως η ικανότητα ενός συστήματος… … Dictionary of Greek